συστάσει

συστάσει
σύστασις
bringing together
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
συστάσεϊ , σύστασις
bringing together
fem dat sg (epic)
σύστασις
bringing together
fem dat sg (attic ionic)
συστά̱σει , συνίστημι
BJ Prooem.
aor subj act 3rd sg (epic doric)
συστά̱σει , συνίστημι
BJ Prooem.
fut ind mid 2nd sg (doric)
συστά̱σει , συνίστημι
BJ Prooem.
fut ind act 3rd sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • συνιστώ — συνιστῶ, άω, ΝΜΑ, και συστήνω Ν, και συνίστημι ΜΑ, και συνιστάνω Α [ἵστημι / ἱστῶ] 1. ιδρύω, καταρτίζω, συγκροτώ, οργανώνω (α. «συνιστώ επιτροπή» β. «η επιτροπή συνεστήθη με προεδρικό διάταγμα» γ. «συνίστατο τοὺς πρώτους ἀγώνας», Πλούτ.) 2.… …   Dictionary of Greek

  • σύσταση — η / σύστασις, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [συνίστημι] 1. σύνθεση, κατασκευή 2. συγκρότηση, συναρμολόγηση 3. ίδρυση, σχηματισμός (α. «σύσταση ανώνυμης εταιρείας» β. «σύστασις ἐπιβουλῆς», Πολ.) 4. φυσική σύνθεση, υφή, υπόσταση (α. «υδαρούς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”